Βασίλης Λάκης:Όσο δουλεύουν καλά οι ακαδημίες στη χώρα, υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να αναδειχθεί κι ένας νέος ποδοσφαιριστής! |
Sunday, 11 November 2012 15:21 | Συντάχθηκε απο τον/την sports-academies team |
Ο Βασίλης Λάκης παραχώρησε συνέντευξη στο «Sport & Business», κάνοντας ευρεία αναφορά στις ακαδημίες ποδοσφαίρου, στα προβλήματα του αθλήματος στην Ελλάδα και στην ΑΕΚ Ο πάλαι πότε άσος της ΑΕΚ, με πλούσια καριέρα σε Ελλάδα και Αγγλία, μίλησε αποκλειστικά στον συντάκτη του «Sport & Business», Μάριο Μάντζο. Ο Βασίλης Λάκης διατηρεί από το 2003 τις εγκαταστάσεις ποδοσφαίρου 5x5 και 7x7 και την ακαδημία «Campeon» στο Μαρούσι (3η πάροδος Φραγκοεκκλησιάς). Ο πρώην ποδοσφαιριστής μας μίλησε για το εγχείρημα αυτό. - Βασίλη, οι αθλητικές εγκαταστάσεις «Campeon» διατηρούνται από το 2003, όταν ακόμη ήσουν ποδοσφαιριστής. Πώς ξεκίνησε το εγχείρημα αυτό; Β.Λ.: «Πράγματι, έχει εννέα χρόνια που ξεκινήσαμε αυτό το εγχείρημα. Μία ομάδα ανθρώπων έβαλε στο τραπέζι μία ιδέα και την υλοποιήσαμε, ενώ εγώ παράλληλα έπαιζα και ποδόσφαιρο. Παρά το γεγονός αυτό, η ιδέα με δελέασε πάρα πολύ, επειδή βρίσκεται στην καρδιά της πόλης, του Αμαρουσίου, αλλά κυρίως επειδή το αντικείμενό της έχει να κάνει με μικρά παιδιά, με ακαδημίες ποδοσφαίρου. Μου αρέσει πολύ να ασχολούμαι με μικρά παιδιά και να τα βοηθάω να μαθαίνουν το ποδόσφαιρο και τα μυστικά της μπάλας. Στόχος μας, από κει και πέρα, είναι να δώσουμε μία διέξοδο σε όλους τους ανθρώπους να έρχονται και να παίζουν ποδόσφαιρο και να περνούν δημιουργικά το χρόνο τους». - Βλέπουμε την οικονομική κρίση να μαστίζει το λαό. Αυτό παρατηρείς να έχει επηρεάσει τις εγκαταστάσεις σου; Υπάρχει μειωμένος αριθμός αθλητών ή λόγω της αγάπης των ανθρώπων για το ποδόσφαιρο, παραμένει σταθερά σε υψηλά επίπεδα; Β.Λ.: «Είναι ανάλογα και τι τους προσφέρεις. Αν τους δώσεις ένα υγιές περιβάλλον, ωραίες εγκαταστάσεις και καθαρό μέρος, πιστεύω, ο κόσμος θα ανταποκριθεί. Σίγουρα, ο καθένας μέσα στην κρίση σκέφτεται καλά το να δαπανήσει κάποια χρήματα, αλλά πιστεύω ότι για την ευχαρίστησή του, την άθληση και την υγεία του πάνω από όλα, θα τα δώσει αυτά τα λεφτά για να έρθει να παίξει. Δόξα το Θεό, πηγαίνουμε πάρα πολύ καλά, οι εγκαταστάσεις μας είναι σε καλό επίπεδο, τα παιδιά ανταποκρίνονται και αυτά και θέλω να πιστεύω ότι τα πράγματα θα είναι θετικά και για το μέλλον». - Πάντως, στην ακαδημία σου, δίνεται περισσότερο βάρος στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών, παρά στο ποδοσφαιρικό τους ταλέντο. Είναι πολύ βασικό και το λέτε χρόνια αυτό. Β.Λ.: «Σωστά. Στο πίσω μέρος του μυαλού μας, σίγουρα, είναι η ανάδειξη ταλέντων, αλλά, από κει και ύστερα, θέλουμε ένα παιδάκι να έρχεται με το χαμόγελο στα χείλη και να φεύγει με το χαμόγελο στα χείλη. Θέλουμε να έρθει το παιδί και να περάσει μία ή μιάμιση ώρα δημιουργικά, να αποκτήσει φίλους, μέσα από τη διαπαιδαγώγηση να χτίσει το χαρακτήρα του. Φυσικά, να παίξει ποδόσφαιρο. Όπως γνωρίζετε, βάζουμε τα παιδιά σε μία διαδικασία αξιολόγησης και σε μία σειρά από τουρνουά. Έρχονται, δηλαδή, και το περιβάλλον γι’ αυτά είναι πολύ ωραίο». - Υπάρχει ταλέντο, γενικά; Τα παιδιά αυτά έχουν τύχη στο μέλλον; Θα αξιοποιηθούν ή θα εξαφανιστούν στο χάος του ελληνικού ποδοσφαίρου; Β.Λ.: «Όσο δουλεύουν καλά οι ακαδημίες στη χώρα, υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να αναδειχθεί κι ένας νέος ποδοσφαιριστής, αύριο-μεθαύριο. Βέβαια, στην Ελλάδα είναι λίγο δύσκολα τα πράγματα, γιατί κάποιοι μπαίνουν στο ποδόσφαιρο, κάνουν τον κύκλο τους μόνο και μόνο για το οικονομικό όφελος και σηκώνονται και φεύγουν. Εμείς θέλουμε να χτίσουμε κάτι από την αρχή. Μία κίνηση που κάναμε φέτος είναι να πάρουμε τον Ατρόμητο Χαλανδρίου, τη μεγάλη ομάδα στο Χαλάνδρι, με μοναδικό σκοπό την ανάδειξη ταλέντων. Σκοπεύουμε να δουλέψουμε κάτω από επαγγελματικά πρότυπα και να δώσουμε στα παιδιά τα εχέγγυα για να προχωρήσουν. Να είναι, δηλαδή, ο Ατρόμητος ένα σκαλοπάτι, για να μπορέσουν αυτά τα παιδιά να μετεγγραφούν, στη συνέχεια, σε μία μεγαλύτερη ομάδα. Προσπαθούμε να δημιουργήσουμε όλες τις προϋποθέσεις, ούτως ώστε οι προπονητές και τα παιδιά να κάνουν απρόσκοπτα τη δουλειά τους». - Ο Δημήτρης Παπαδόπουλος, με τον οποίο υπήρξατε συμπαίκτες στην Εθνική Ομάδα, πρόσφατα δήλωσε ότι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα του ελληνικού ποδοσφαίρου είναι η έλλειψη Ελλήνων προπονητών. Μπορεί οι ξένοι ποδοσφαιριστές να μειώνονται λόγω κρίσης, αλλά οι ξένοι προπονητές παραμένουν. Θεωρεί, δηλαδή, ότι δεν υπάρχουν Έλληνες προπονητές να αναδείξουν τα ελληνόπουλα. Ενστερνίζεσαι αυτήν την άποψη; Β.Λ.: «Δεν έχει άδικο ο Δημήτρης. Αυτό κατά κόρον δούλευε τα προηγούμενα χρόνια. Ένα... καλό, που έκανε η οικονομική κρίση στη χώρα μας, είναι ότι πλέον, από δω και στο εξής, θα αναδειχθούν πάρα πολλά ελληνάκια ποδοσφαιριστές και πάρα πολλοί Έλληνες προπονητές. Θέλω να πιστεύω ότι υπάρχουν κάποια ονόματα, τα οποία πρέπει να τραβήξουν μπροστά και από τα οποία θα πρέπει να παραδειγματιστούν και οι άλλοι, έτσι ώστε να έχουμε προπονητές και παίκτες γηγενείς, κάτα από υγιείς βάσεις. Χρειάζεται αυτό, ώστε κάποια στιγμή το ποδόσφαιρό μας να ανθίσει. Βλέπουμε ότι η Εθνική Ομάδα πάει πάρα πολύ καλά, αλλά χρειαζόμαστε κι άλλη δουλειά. Αυτό είναι βάρος και των επαγγελματικών ομάδων, αλλά και τον υπευθύνων των ακαδημιών, που θα πρέπει να δείξουν πολύ μεγάλη προσέγγιση στις ακαδημίες τους». - Πάντως, αυτήν την τακτική την ακολουθεί η ομάδα, της οποίας τη φανέλα τίμησες το περισσότερο διάστημα, η ΑΕΚ. Υπάρχουν πάρα πολλοί νεαροί ποδοσφαιριστές στην Ένωση. Β.Λ.: «Δεδομένων των αναλογιών και των δυσκολιών που περνάει αυτή τη στιγμή η ΑΕΚ, ήταν αναπόφευκτο να μη δεν το κάνει. Μαθαίνω και γνωρίζω ότι υπάρχουν πολύ καλά τμήματα υποδομής στην ομάδα. Βλέπουμε πως ήδη έξι-επτά παιδιά έχουν ανέβει στην πρώτη ομάδα. Χρειάζεται υπομονή, πάνω από όλα, και επιμονή και να είστε σίγουροι ότι του χρόνου, κατά ένα 30-40% αυτά τα παιδιά θα είναι πολύ καλύτερα από ό,τι είναι φέτος. Αλλά χρειάζεται πάρα πολλή υπομονή από τον κόσμο για τα αποτελέσματα». - Θεωρείς, δηλαδή, ότι η απόπειρα της ΑΕΚ θα της βγει σε καλό σε βάθος χρόνου; Β.Λ.: «Εννοείται. Όταν δουλεύεις με μικρά παιδιά και βλέπεις ότι έχουν ταλέντο, πρέπει να υπομένεις και να χτίζεις πάνω σε αυτούς και θα βγει αποτέλεσμα». - Πώς νιώθεις, βλέποντας την ΑΕΚ στην τελευταία θέση της βαθμολογίας; Β.Λ.: «Δεν είναι και ό,τι καλύτερο. Στενοχωριέμαι, βέβαια, αλλά έτσι είναι η ζωή, έτσι τα έφερε ο χρόνος και ο καιρός. Θα πρέπει να ζήσουμε με αυτό. Όλοι οφείλουν να βάλουν το κεφάλι κάτω και να δουλέψουν σκληρά και, από κει και πέρα, ό,τι βγει. Υπομονή χρειάζεται, όπως είπα και πριν. Αυτά τα παιδιά είναι μικρά σε ηλικία, έχουν όρεξη για μπάλα και για δουλειά, αλλά το θέμα είναι να βάλουν το κεφάλι κάτω, να συνειδητοποιήσουν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει και η ΑΕΚ και το ελληνικό ποδόσφαιρο, γενικότερα, για να μπορέσει να βγει, τουλάχιστον αγωνιστικά, η ομάδα από το τέλμα». - Όπως είπες, το ελληνικό ποδόσφαιρο τίθεται αντιμέτωπο με πολλά και μεγάλα προβλήματα. Είτε αξιοπιστίας, είτε ποιότητας κ.ο.κ. Γιατί αυτό; Τι φταίει; Β.Λ.: «Μεγάλη η συζήτηση. Εμένα με αξίωσε ο Θεός και βγήκα μία χρονιά στο εξωτερικό και είδα πώς είναι το επαγγελματικό ποδόσφαιρο στην Αγγλία, σε μία από τις πιο προηγμένες χώρες της Ευρώπης. Το αντιμετωπίζουν κάτω από άλλη λογική. Είναι καθαρά θέμα νοοτροπίας. Εκεί ο ποδοσφαιριστής είναι το βαρόμετρο, ο πρωταγωνιστής. Εδώ είναι όλοι οι άλλοι πρωταγωνιστές εκτός από τον ποδοσφαιριστή. Εκεί σκέφτεσαι μόνο πώς θα κάνεις την προπόνησή σου, πώς θα κάνεις τη δουλειά σου, πώς θα παίξεις το παιχνίδι σου και όλα τα άλλα περνούν σε δεύτερη μοίρα. Στην Ελλάδα όλα είναι αντίθετα σε σχέση με αυτά που θα πρέπει να κάνει ένας ποδοσφαιριστής. Η Αγγλία για μένα ήταν σχολείο. Μιλάμε για τρομερή ποδοσφαιρική παιδεία, υπέροχες εγκαταστάσεις, που σιγά-σιγά βλέπουμε ότι υπάρχουν κι εδώ στην Ελλάδα, αλλά ακόμη βρισκόμαστε σε πολύ πρώιμο στάδιο». - Μας δόθηκε, όμως, και μία πολύ μεγάλη ευκαιρία το 2004. Ήσουν ένας από τους 23 ποδοσφαιριστές που στελέχωσαν την Εθνική μας Ομάδα στο Euro της Πορτογαλίας. Η ευκαιρία μας ήταν τεράστια με την κατάκτηση του τροπαίου, αλλά η αξιοποίησή της δεν ήρθε ποτέ. Βλέπουμε την χρόνια πτωτική τάση του ελληνικού ποδοσφαίρου να περνά και πάνω από το 2004 σα να μη συνέβη απολύτως τίποτα. Γιατί; Β.Λ.: «Όντως. Δημιουργήθηκαν πολύ μεγάλες και στέρεες βάσεις με την επιτυχία. Αλλά είναι τέτοια η φύση του Έλληνα παράγοντα, να πω; Η φύση του ελληνικού ποδοσφαίρου, να πω; Δεν ξέρω πώς να το εκφράσω, αλλά πάντα εμείς οι Έλληνες εκεί που έχουμε ήδη κάνει εννέα καλά βήματα, στο δέκατο και πιο κρίσιμο «χύνουμε την καρδάρα με το γάλα». Θα πρέπει να μπουν νέα μυαλά μέσα στο ποδόσφαιρό μας, νέοι παράγοντες, οι οποίοι να έχουν το μυαλό, την ιδιοσυγκρασία και τη νοοτροπία να φτιάξουν κάτι καλό. Εμείς από πίσω, που ασχολούμαστε με τις ακαδημίες ποδοσφαίρου, προσπαθούμε να κάνουμε και τους προπονητές μας, αλλά και τα παιδιά, να δουν το ποδόσφαιρο σαν χαρά. Να το δουν ότι «έρχομαι, γυμνάζομαι, αθλούμαι, διασκεδάζω». Το ποδόσφαιρο είναι υγεία, «χτίζω προσωπικότητα, χαρακτήρα» και, από κει και πέρα, αν έχω τα εχέγγυα και τις προοπτικές να κάνω το κάτι παραπάνω, εμείς εκεί θα είμαστε να τον βοηθήσουμε να ανταπεξέλθει. Χρειάζονται ριζικές αλλαγές. Δεν είμαι εγώ ο αρμόδιος για να κρίνω και να πράξω, απλά λέω τη γνώμη μου για το πώς θα έπρεπε το ελληνικό ποδόσφαιρο να δουλεύει. Σίγουρα, το βασικό είναι να γίνει δουλειά πάνω στις ακαδημίες». - Πιστεύεις στη βελτίωση; Αν όχι σύντομα, τουλάχιστον σε βάθος χρόνου; Β.Λ.: «Πιστεύω στη βελτίωση, όχι τόσο των καταστάσεων, όσο της δουλειάς μας, τη δουλειά των ακαδημιών και του ποδοσφαιριστή. Επιτυχία για έναν ποδοσφαιριστή και μία ομάδα είναι η καθημερινή του βελτίωση. Και αυτό το μήνυμα που περνάμε εμείς στα παιδιά είναι, ότι δεν πρέπει να κοιτάζουμε ποιος είναι ο καλύτερος ή πόσο ήρθε το αποτέλεσμα του παιχνιδιού, αλλά πρέπει να βλέπει το καθένα πώς μπορεί σε βάθος χρόνου να περάσει τον εαυτό του. Δηλαδή, για μένα, μεγαλύτερη ευχαρίστηση είναι να βλέπω ένα παιδάκι, το οποίο ξεκίνησε τη χρονιά στο 5, στο τέλος της σεζόν να έχει φτάσει στο 7 ή στο 8. Αυτό εμάς μας ευχαριστεί πάρα πολύ. Γενικά, δεν πρέπει να πωρώνουμε καθόλου τα παιδιά μας, ούτε οι γονείς, ούτε εμείς οι προπονητές, ούτε οι άνθρωποι του ποδοσφαίρου. Θα πρέπει να τα αφήσουμε να εκδηλώσουν το χαρακτήρα τους και την προσωπικότητά τους, γιατί αυτά φαίνονται και μέσα στο γήπεδο. Όσον αφορά, τώρα, τη γενικότερη βελτίωση των καταστάσεων του ποδοσφαίρου μας, αυτό είναι κάτι που δεν άπτεται σε μένα. Είναι καθαρά θέμα αρμοδίων οργάνων. Αυτοί θα πρέπει να τα βάλουν κάτω και να δουν ποιο πραγματικά είναι το καλό του ποδοσφαίρου, για να δούμε ένα καλύτερο μέλλον». Ο Βασίλης Λάκης στελέχωσε την Εθνική Ελλάδας στο θρίαμβο της Πορτογαλίας το καλοκαίρι του 2004, έχοντας δύο συμμετοχές. Ο πρώην διεθνής μας μίλησε για την Εθνική, τον Ότο Ρεχάγκελ, τον Φερνάντο Σάντος και τον Γιώργο Καραγκούνη. - Ανέφερες νωρίτερα, ότι η Εθνική μας Ομάδα τα πηγαίνει πολύ καλά. Πράγματι, μας έχει καλομάθει τα τελευταία χρόνια. Συνεχείς προκρίσεις στις μεγάλες διοργανώσεις, νίκες πολλές. Ευθύνεται ο Ρεχάγκελ γι’ αυτό, γι’ αυτήν την αλλαγή επιπέδου της Εθνικής; Β.Λ.: «(Χαμογελά) Κοίταξε, το ξεκίνησε πάρα πολύ ωραία ο Ρεχάγκελ, με την επιτυχία στο Euro στην Πορτογαλία και, ευτυχώς, το συνεχίζει εξίσου καλά και ο κ. Σάντος. Υπάρχει ένα πολύ καλό μίγμα, αυτήν τη στιγμή, στην Εθνική Ομάδα και σας το λέω, επειδή γνωρίζω και εκ των έσω τα πράγματα. Πλέον, η Εθνική μας έχει αλλάξει επίπεδο. Στο παρελθόν, πηγαίναμε να παίξουμε ένα εκτός έδρας παιχνίδι και λέγαμε «αμάν, τι θα κάνουμε;, πόσα θα φάμε;». Αυτήν τη στιγμή, έχουμε μια πολύ μεγάλη και καλή δυναμική σαν χώρα. Δύσκολα ο αντίπαλος μπορεί να κερδίσει την Ελλάδα. Βέβαια, σε αυτό το γεγονός ωφέλησε και λειτούργησε καταλυτικά το ότι τα περισσότερα παιδιά στην Εθνική Ομάδα παίζουν στο εξωτερικό, άρα αποκτούν άλλη παιδεία, άλλη νοοτροπία και άλλη ψυχολογία, κάτι που μεταφράζεται σε νίκες και επιτυχίες μέσα στον αγωνιστικό χώρο». - Τι ακριβώς μεταλαμπάδευσε ο Ρεχάγκελ στους παίκτες το 2004; Τι σας έβαλε μέσα στο μυαλό, που σας οδήγησε στην επιτυχία αυτή; Β.Λ.: «Είναι και αυτό που είπα και πριν. Όταν ένας παίκτης βγαίνει εκτός Ελλάδος και βλέπει πώς είναι το ποδόσφαιρο στην Ευρώπη, αλλάζει κι αυτός. Σίγουρα, έβαλε και ο Ρεχάγκελ τη δικιά του πινελιά στην ηγεσία και την αγωνιστική διοίκηση της ομάδας, αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Βοήθησε πολύ και το γεγονός ότι όλοι οι ποδοσφαιριστές βρεθήκαμε τότε στο πικ της καριέρας μας και το γεγονός ότι ήμαστε και αρκετά τυχεροί, θα έλεγα. Όλες αυτές οι συγκυρίες, μας οδήγησαν σε αυτήν την τεράστια επιτυχία. Όπως προανέφερα, η Εθνική Ελλάδος έχει αλλάξει επίπεδο και θέλω να πιστεύω ότι αυτό θα προχωρήσει έτσι και στο μέλλον. Ήταν ικανός προπονητής ο Ρεχάγκελ, προσπαθούσε και έπαιρνε το 100% των δυνατοτήτων μας και αυτό πιστεύω ότι ήταν το σημαντικότερο, αλλά και ένα δεύτερο εξίσου σημαντικό ήταν το γεγονός ότι κρατούσε πολύ καλά τις ισορροπίες μέσα στην ομάδα και ήμαστε μία οικογένεια. Το ίδιο ισχύει και τώρα με τον κ. Σάντος, γιατί και τους δύο τους έχω ζήσει». - Είχες τον Φερνάντο Σάντος προπονητή στην ΑΕΚ. Έχει πολλά προτερήματα, να φανταστώ; Β.Λ.: «Έχει, ναι. Είναι λάτρης της προπόνησης, του αγώνα και της σκληρής δουλειάς. Πολύ καλός είναι στο να διαχειρίζεται καταστάσεις και στο να σε φέρνει σε ένα πάρα πολύ ικανοποιητικό κι επιθυμητό αγωνιστικό επίπεδο. Αν είναι έξυπνος ο ποδοσφαιριστής και καθίσει να δουλέψει και προσαρμοστεί σε αυτά, τα οποία θέλει ο κ. Σάντος, και θα παίζει, αλλά και καλός θα είναι». - Πάντως, ο κ. Σάντος κατηγορήθηκε από τον Τύπο στην αρχή της θητείας του στην Εθνική, ότι είχε χάσει τον έλεγχο των αποδυτηρίων και ότι οι παίκτες έκαναν κουμάντο. Αυτά θα μπορούσαν να ισχύουν; Β.Λ.: «Όχι, όχι. Δε νομίζω πως ισχύει κάτι τέτοιο και το βλέπουμε και από τα αποτελέσματα, τα οποία έχει φέρει η Εθνική Ομάδα. Από επιτυχία σε επιτυχία πηγαίνει». - Μιας και μιλάμε για Εθνική, ο αρχηγός Γιώργος Καραγκούνης χάραξε έναν δρόμο που χάραξες κι εσύ. Έφυγε για την Αγγλία. Μεγάλη μετεγγραφή στα 35 του στη Φούλαμ. Πώς κρίνεις την επιλογή του; Β.Λ.: «Θεωρώ, πως έκανε καλά. Να πάει να ζήσει κι αυτός τη «μαγεία» του αγγλικού ποδοσφαίρου και της Πρέμιερ Λιγκ, που για μένα το καλύτερο πρωτάθλημα στον κόσμο, όπου οι ρυθμοί εναλλάσσονται πάρα πολύ γρήγορα. Όσον αφορά το Γιώργο, τι να πούμε για το Γιώργο;! Είναι ίσως ο μεγαλύτερος και πιο πετυχημένος Έλληνας ποδοσφαιριστής, βάσει αριθμών κι εμφανίσεων. Θέλω να πιστεύω ότι θα κάνει τον κύκλο του και στη Φούλαμ θετικά, για να κλείσει κι αυτός την καριέρα του στο πικ. Του εύχομαι καλή επιτυχία εκεί που είναι, να είναι γερός και δυνατός». Η συζήτηση, στη συνέχεια, πέρασε για λίγο και συνοπτικά στον ποδοσφαιριστή Βασίλη Λάκη και τις αναμνήσεις του από την πλούσια καριέρα του, ενώ με εμφανή πικρία σχολίασε την κατεδάφιση του «Νίκος Γκούμας» στη Φιλαδέλφεια. - Σου λείπει κάτι από το ποδόσφαιρο, τώρα που έχεις σταματήσει; Θεωρείς ότι υπάρχει κάτι που δεν έκανες, ενώ θα το ήθελες; Β.Λ.: «Όχι, εγώ γέμισα από ποδόσφαιρο. Έπαιξα 19 χρόνια επαγγελματικά, σε υψηλό επίπεδο, με ομάδες που πρωταγωνιστούσαν, με την Εθνική Ομάδα και το Euro, αλλά και με προσωπικές διακρίσεις. Όχι, δε νομίζω ότι μου λείπει κάτι. Τώρα, να πάω να δω την Εθνική μας, την ΑΕΚ ή τον Ατρόμητο Χαλανδρίου, πηγαίνω ευχάριστα. Δε μου λείπει κάτι». - Έχεις μετανιώσει για κάτι που έκανες ποδοσφαιρικά; Β.Λ.: «Όχι. Δεν έχω μετανιώσει για κάτι. Και το χρόνο πίσω να γυρνούσα, πάλι ποδοσφαιριστής θα γινόμουν». - Καλύτερο γκολ σου; Β.Λ.: «Τα δύο καλύτερά μου γκολ ήταν με τον Ολυμπιακό για το Κύπελλο μέσα στο Στάδιο το 2000 και με την Γκενκ δύο χρόνια αργότερα στο Τσάμπιονς Λιγκ στη Φιλαδέλφεια». - Μεγάλη υπόθεση να παίζεις σε αυτό το γήπεδο, έτσι δεν είναι; Β.Λ.: «Παλιές καλές αναμνήσεις, αλλά είναι αναμνήσεις μόνο, ύστερα από αυτό που έγινε με την κατεδάφιση του γηπέδου. Πικραθήκαμε. Θεωρούσαμε ότι θα γίνει καινούργιο γήπεδο, αλλά, εντάξει, μην μπαίνουμε σε εδάφη άλλων. Είναι κάτι που μας στενοχωρεί, όπως και η σημερινή κατάσταση της ΑΕΚ. Καλύτερα να κοιτάξουμε με αισιοδοξία το μέλλον και ας αφήσουμε το παρελθόν». - Είσαι απόλυτα ικανοποιημένος από το ποδόσφαιρο; Οικονομικά και αγωνιστικά. Β.Λ.: «Θέλω να πιστεύω πως ναι. Οικονομικά ανεξάρτητος, γεμάτος από παιχνίδια και δράση. Πέρασαν πάρα πολύ καλά τα χρόνια». - Κλείνοντας, θα ήθελες να στείλεις ένα μήνυμα στα παιδιά των ακαδημιών; Β.Λ.: «Εμείς θα τους δώσουμε τα φώτα μας, θα τα βοηθήσουμε να αναδειχθούν, ώστε να καταφέρουν να παίξουν ποδόσφαιρο επαγγελματικά και σε μεγαλύτερη ομάδα». |